Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

Η Παναγιά δεν αστειεύεται

Λέγαμε ότι ο Μήτρογλου στο τελευταίο ματς του Ολυμπιακού ήταν περικυκλωμένος από τρία σέντερ μπακ. Νταξ, όμως, έπαιζε με την Γιουβέντους και ένοιωθε την καυτή ανάσα των Κιελίνι, Μπονούτσι και Ογκμπόνα. Υπάρχει, άρα, ένα άλλοθι. Στο παιχνίδι με τον Παναθηναϊκό τι άλλοθι υπάρχει; Τι θα σκεφτούν, άραγε, οι ρεπόρτερ του Ολυμπιακού για να δικαιολογήσουν την εμφάνισή του; Την απάντηση, υποθέτω, θα την δώσει ο Νικολακόπουλος -και δεν αστειεύομαι. Έβλεπες, λοιπόν, τον Μήτρογλου να μην μπορεί να στρίψει, να μην μπορεί να σπριντάρει, να μην μπορεί να κοντρολάρει, να μην μπορεί να κινηθεί, με ή χωρίς την μπάλα, και σε έπιανε θλίψη. Η αποθέωση, όμως, έρχεται στη φάση που βγαίνει τετ-α-τετ με τον Στιλ. Μπορεί να μην έχει επιτάχυνση, ταχύτητα ή ντρίπλα, αλλά η πιρουέτα που επιχειρεί, και μάλιστα σε δεύτερο χρόνο, είναι εντυπωσιακή. Το ίδιο και η γκριμάτσα (φώτο) μετά το χαμένο πέναλτι.


Σε ανάλογη κλίμακα, εντούτοις, κυμάνθηκε και η παρουσία του Αμπιντάλ. Δεν θέλω να στενοχωρήσω τους φίλους του Ολυμπιακού, αλλά αυτό το πράγμα που βλέπουμε δεν έχει σχέση με τις εμφανίσεις του σε Λιλ, Λιόν και Μπαρτσελόνα. Αδυνατεί να συνεργαστεί με τον παρτενέρ του στο κέντρο της άμυνας, δεν επικοινωνεί με τον Ρομπέρτο, δείχνει να μην έχει φρεσκάδα και του λείπει τελείως η στοιχειώδης σοβαρότητα που πρέπει να διέπει έναν παίχτη της αμυντικής γραμμής. Ας μην στεκόμαστε, όμως, μονάχα στον Αμπιντάλ, αλλά ας επεκταθούμε λίγο περισσότερο. Έχω την αμυδρά εντύπωση ότι αν το κεντρικό αμυντικό δίδυμο ανέβει (λίγο πιο) ψηλά, θα προκύψουν σοβαρά προβλήματα στην πλάτη της άμυνας. Και δεν αναφέρομαι στην περίπτωση που έχει να αντιμετωπίσει μεγαθήρια. Λίγη άγνοια κινδύνου να έχεις, όπως ο Εργοτέλης, και προξενείς έντονη εφίδρωση στον Μίτσελ. Αυτό, βέβαια, το γνωρίζει ο προπονητής του Ολυμπιακού, αλλά δεν μπορεί να στήνει την ομάδα στο ελληνικό πρωτάθλημα όπως στα ευρωπαϊκά ματς, δηλαδή να περιμένει τον αντίπαλο στο μισό γήπεδο και να ψάχνει την κόντρα: θα τον πάρει ο Σάββας στο κυνήγι και θα έχει και δίκιο. Όπως, επίσης, γνωρίζει πως όταν ο αντίπαλος ασκήσει έντονη πίεση στην περιοχή του Ρομπέρτο, όπως στα παιχνίδια με Ατλέτικο και Γιουβέντους, τότε κάνει την εμφάνισή του ο πανικός. Χθες, πάντως, μάθαμε ότι ακόμα κι αν ο αντίπαλος, ο οποίος θα ήθελε την ισοφάριση, δεν έχει τα φόντα να περικυκλώσει την περιοχή του Ολυμπιακού, πάλι εμφανίζεται ο πανικός. Κι αυτό είναι κακό σημάδι. Ίσως να ευθύνεται το γεγονός ότι δεν μπορεί να διαχειριστεί την ταμπέλα του σούπερ φαβορί τα τρία τελευταία χρόνια που αντιμετωπίζει τον Παναθηναϊκό εντός έδρας.

Κι εδώ αναδύεται το εξής ερώτημα: ποια ήταν η τακτική του Αναστασίου; Να το θέσω αλλιώς. Τι ήθελε να αποκομίσει από το ματς; Επιθετική άμυνα δεν έπαιζε. Όρεξη για να κλέψει μπάλες δεν διέκρινα. Διάθεση για να βγει στην κόντρα δεν είχε -άρα απορρίπτεται το ποδόσφαιρο αναμονής. Τι ήθελε, επομένως; Η αίσθησή μου είναι ότι προσπάθησε να συγκρατήσει το σκορ σε χαμηλά επίπεδα και να φύγει απ΄οτο γήπεδο με μια ανώδυνη ήττα -κι αν καθόταν το Χ, ακόμα καλύτερα. Η ομάδα, ειδικά από την στιγμή που δεν σπαταλούσε δυνάμεις στην επίθεση, μπόρεσε να αμυνθεί σχετικά ικανοποιητικά σε λίγα τετραγωνικά και να «καταστρέψει», κατά κάποιον τρόπο, το παιχνίδι του αντιπάλου. Κι όμως, αν έψαχνε το γκολ, θεωρώ ότι θα μπορούσε να το πετύχει, αλλά πιθανολογώ ότι φοβήθηκε τον Ολυμπιακό περισσότερο από όσο έπρεπε. Έναν Ολυμπιακό που δείχνει να έχει σοβαρά προβλήματα όταν προσπαθεί να παίξει ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας. Και μπορεί αυτό στην Ευρώπη να του ταιριάζει και να παίρνει μεμονωμένες νίκες, αλλά στην Ελλάδα αντιπροσωπεύει απώλεια βαθμών. Και η Παναγιά δεν αστειεύεται.

Υ.Γ.1 Θα το ξαναγράψω για να το εμπεδώσουμε. Το πρωτάθλημά μας είναι χειρότερο από αυτό που νομίζει ο μέσος φίλαθλος/οπαδός. Και εννοώ αποκλειστικά από πλευράς ποιότητας. Αυτό, δηλαδή, που βλέπουμε στο χόρτο. Μην το πάμε σε παραγοντιλίκια και παρασκήνια.

Υ.Γ.2 Δεν ξέρω τι όνειρο είδε ο Λουίς Ενρίκε και ξεκίνησε τον Σουάρες στην βασική εντεκάδα. Πιθανολογώ ότι πίσω από αυτήν την επιλογή κρύβονται χορηγίες, διαφημίσεις και συμβόλαια. Δεν εξηγείται διαφορετικά. Ούτε κατάλαβα γιατί έβαλε τον Ματσεράνο δίπλα στον Πικέ. Νόμιζα ότι είχε τελειώσει αυτό το αστείο. Το ξέρω ότι ο Ματιέ μπορεί να καλύψει και την αριστερή πλευρά, αλλά όχι απέναντι σε μια ομάδα που απλώνει το παιχνίδι της σε όλο το πλάτος του γηπέδου, τρέχει σαν άλογο κούρσας στο ανοιχτό γήπεδο και έχει το καλύτερο επιθετικό transition game στον πλανήτη. Επίσης, δεν μπορώ να καταλάβω που αποσκοπούν όλα αυτά που ακούγονται για τον Μέσι. Τι να κάνει ο άνθρωπος; Να πάρει την μπάλα και να περάσει όλη την Ρεάλ; Η άμυνα της Μπαρτσελόνα, πάντοτε για το επίπεδό της, ήταν κάκιστη. Το ίδιο και η κυκλοφορία της μπάλας. Πού ήταν τα κάθετα σπριντ; Πού ήταν οι κάθετες πάσες; Και για μία ακόμα φορά είδαμε μια ομάδα, την Ρεάλ, να έχει την πρωτοβουλία, αλλά να μην έχει κατοχή. Εντυπωσιακό.

Υ.Γ.3 Μην περιμένετε να γράψω άρθρο για τον Άρη. Μου αρέσει να γράφω για ομάδες, όχι μπουρδέλα.

Υ.Γ.4 Πάμε δυνατά. Πολύ δυνατά! Πάρα πολύ δυνατά!

Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2014

Πρώην και νυν

Την είδαμε την πρώην αμυντική γραμμή του Ολυμπιακού στο παιχνίδι με την Μπάγερν. Δικαιώθηκαν όλοι όσοι έλεγαν ότι όταν έρθουν τα δύσκολα παιχνίδια, θα κλάψουνε μανούλες. Και, όντως, έκλαψαν. Μπορούσε ο Χολέμπας, ο οποίος αντικατέστησε τον (ανεπαρκή) Κόουλ στο ημίχρονο, να μαρκάρει τον Ρόμπεν; Σαν να βλέπω τον Βαγκέλι με τον Ριμπερί, στο Μπάγερν - Άρης, ή τον Φύσσα με τον Χοακίν, στο Euro 2004. Νταξ, το παραδέχομαι, ήμουν υπερβολικά υπερβολικός. Ο Μανωλάς στο κέντρο της άμυνας έπαιζε άμυνα; Όχι, και είμαι απόλυτος σε αυτό. Με τα χέρια έπαιζε. Τη μία φορά κρατούσε τον αντίπαλο από τη φανέλα, τη δεύτερη έκανε τάκλιν με τεντωμένα χέρια εντός περιοχής, λες και ήταν Playmobil σε ανάταση, και την τρίτη σήκωνε το χέρι για οφσάιντ, με τη διαφορά ότι αδυνατούσε να παίξει το τεχνητό οφσάιντ. Παράξενο, όμως: στην Ελλάδα ούτε έκανε πέναλτι μήτε έπαιρνε κάρτες. Γιατί απέκτησε τόσο κακές συνήθειες στην Ρόμα; Αίνιγμα για δυνατούς λύτες.  Κι ο Τοροσίδης; Απλή αναφορά στο φύλλο αγώνος. Σαν να ήπιε το φίλτρο της εξαφάνισης. Σαν να ήταν φοβισμένο γατάκι. Έπαιρνε καμιά πασούλα και ξεφορτωνόταν την μπάλα λες και ήταν βόμβα. Τι απέγινε ο φλύαρος και αποφασιστικός Τοροσίδης της Εθνικής Ελλάδος;


Κάπως έτσι, λοιπόν, ο λογαριασμός για την Ρόμα σταμάτησε στα εφτά (7) τεμάχια. Δεν ευθύνονται, βέβαια, αποκλειστικά οι προαναφερόμενοι. Όχι, βέβαια. Φταίει κι ο προπονητής, ο οποίος άφησε την ομάδα γυμνή στη μεσαία γραμμή, με τον Ντε Ρόσι να παίζει πέτρα-μολύβι-ψαλίδι-χαρτί για να αποφασίσει ποιον θα πρωτομαρκάρει, έχοντας στο μυαλό του να παίξει κάτι σαν ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας. Ο Γκαρσία, επομένως, ανέλαβε μη υπολογισμένα ρίσκα και ιδού το αποτέλεσμα: οι παίχτες του Γκουαρντιόλα λεηλάτησαν την Ρώμη σε, μόλις, 35 λεπτά και επέφεραν πανικό στον ευπαθή Ντε Σάνκτις. Το ομολόγησε, εξάλλου, κι ο ίδιος ο προπονητής της Ρόμα. Πήρε την ευθύνη πάνω του. Δεν φανέρωσε συμπεριφορά Αναστασίου. Ότι φταίνε, τάχα μου, οι διαιτητές, οι αρμόδιοι, το αντιποδόσφαιρο του αντιπάλου και/ή οι παίχτες του -αλλά ποτέ ο ίδιος. Η Μπάγερν Μονάχου, πάντως, κάνει επίδειξη δύναμης και σκορπάει τον τρόμο. Τελικά, η απορία λύθηκε: αυτοί πλήρωσαν, εμείς μάθαμε.

Αυτά, όμως, αφορούν το Ρόμα - Μπάγερν, με την πρώην αμυντική γραμμή του Ολυμπιακού, απέναντι σε έναν ρομποτικό αντίπαλο, να μην μπορεί να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Εντούτοις, η νυν αμυντική γραμμή του Ολυμπιακού τα πήγε αρκετά καλά. Μέχρι κι ο Μποτία, ο Κοστάντσο της άμυνας, όταν αμύνεται σε λίγα τετραγωνικά, είναι πιο αποτελεσματικός. Όταν, δηλαδή, έχει τον αντίπαλο από κοντά και, κυρίως, όταν δέχεται βοήθειες από τη μεσαία γραμμή -αν κι ο Αμπιντάλ, για ακόμα ένα ματς, φάνηκε άτολμος και τακτικά μπερδεμένος. Με ενισχυμένο, λοιπόν, κέντρο, τον Κασάμι και τον Μανιάτη να μετατρέπονται σε εσωτερικά χαφ, τον Μαζουακού να πονοκεφαλιάζει τον Λιχτστάινερ και τον Ογκμπόνα που έσπευδε για βοήθεια, και τον Τσόρι να κρατάει με επιτυχία την μπάλα και τον ρυθμό στα πόδια του, ο Ολυμπιακός εκμεταλλεύτηκε πλήρως την νωθρή παρουσία των Βιδάλ, Πογκμπά και, κυρίως, Πίρλο, και  πήρε τα ηνία στο σκορ (κλισέ). Έστω κι αν ο Κασάμι στη φάση του γκολ έχει ελεύθερη πάσα στον Τσόρι, αλλά προτιμά να τελειώσει μόνος του την φάση. Το παιχνίδι, όμως, χωρίζεται σε δύο μέρη. Από το ξεκίνημα μέχρι το 70' λεπτό, είχαμε, σε γενικές γραμμές, την εικόνα που περιγράφω παραπάνω: καλή κυκλοφορία, γρήγορες επιστροφές, σχετικά μεγάλο πλάτος και στήριξη της αμυντικής γραμμής με αλληλοκαλύψεις. Έπειτα, ο Ολυμπιακός, συρρικνώνοντας αρκετά τις γραμμές του, υποχώρησε βιαστικά -με εντολή Μίτσελ;- τουλάχιστον δώδεκα μέτρα και η Γιουβέντους, αφού δεν μπόρεσε να χτυπήσει το παιχνίδι «αλά ιταλικά», βρήκε την ευκαιρία να πιέσει τους γηπεδούχους και να αναγκάσει τον Ρομπέρτο (φώτο) να δείξει από τι είδους πάστα είναι φτιαγμένος. Και δεν μιλάμε για αποκρούσεις του κώλου. Για επεμβάσεις, δηλαδή, που η μπάλα πάει πάνω στον τερματοφύλακα κι ο σπίκερ ουρλιάζει «καταπληκτική επέμβαση». Όχι, βέβαια. Ο Ισπανός λόκαρε, ορμούσε πάνω στην μπάλα και αποσοβούσε την ισοφάριση που τόσο πεισματικά επιζητούσαν οι Ιταλοί. Η πίεση της Γιουβέντους, πάντως, φανέρωσε για πολλοστή φορά έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των δυο σέντερ μπακ και του Ρομπέρτο, κούραση και χαμένες μονομαχίες, ενώ φάνηκε να υπάρχει και πρόβλημα με τη διαχείριση της αδύνατης πλευράς. Μολαταύτα, με τον Ρομπέρτο να εμπνέει σιγουριά, η ομάδα έδειξε να ανταποκρίνεται μάλλον ικανοποιητικά χωρίς την μπάλα.

Βοήθησε ο Μίτσελ από τον πάγκο; Όχι και πολύ. Δεν χρειάστηκε, επί της ουσίας, να επέμβει: η ροή του παιχνιδιού τον βοήθησε ιδιαίτερα. Έστησε άριστα την ομάδα, με ορθή διάταξη, κάτι που το κάνει με επιτυχία όταν πρέπει να περιμένει τον αντίπαλο, και προέβη σε λογικές αλλαγές- μακάρι να μπορούσε να προβλέψει και τα ατομικά λάθη. Μου έκανε εντύπωση, πάντως, η εμφάνιση ορισμένων παιχτών. Δεν αναφέρομαι στον Μήτρογλου, τον οποίο είδα σε ένα σπριντ και τον λυπήθηκα, αλλά σε εκείνους της Γιουβέντους. Καημένε, Αλέγκρι! Για να μην μακρηγορώ, ο μόνος που έδειξε διάθεση ήταν ο Μοράτα και, με επιείκεια, τα τρία σέντερ μπακ. Τι θα μπορούσε, άραγε, να κάνει ο προπονητής της Γιουβέντους; Να ρισκάρει λίγο περισσότερο. Να έδινε εντολή στους Λιχτστάινερ και Ασαμόα να παίρνουν μέτρα στον ασβέστη και να μην ξεκινούσε ο Πίρλο, αλλά ο Μαρκίζιο, δίνοντας εντολή στον Τέβεζ να οπισθοχωρεί για να τραβάει το αντίπαλο μπακ εκτός περιοχής. Με αυτόν τον τρόπο, θα υπήρχαν τρεις παίχτες (Πογκμπά, Βιδάλ, Μαρκίζιο), με διαφορετικό είδος finishing ο καθένας, που θα ερχόντουσαν από πίσω και θα πατούσαν περιοχή, εκμεταλλευόμενοι τους κενούς χώρους. Απαραίτητος σε μια τέτοια κατάσταση θα ήταν ο Γιορέντε, παίζοντας σαν target man, με τον οποίο είμαι σίγουρος ότι η άμυνα του Ολυμπιακού θα συναντούσε περισσότερα προβλήματα. Ο Αλέγκρι, όντως, προσπάθησε να τροποποιήσει την εις βάρος του κατάσταση: ανέβασε την άμυνα στη σέντρα και άλλαξε το σύστημα, από 3-5-2 σε 4-3-3, κάτι το οποίο παραδόξως του έδωσε μεγαλύτερο πλάτος. Επίσης, έδωσε εντολή στον Τέβεζ να βγαίνει εκτός περιοχής, έπαιξε από τα άκρα -κυρίως από αριστερά-, προσπαθώντας να εκμεταλλευτεί τις αμυντικές αδυναμίες των ακραίων μπακ του Ολυμπιακού, αλλά, εν τέλει, δεν εμπιστεύτηκε τον Γιορέντε, δεν υπολόγισε την ικανότητα του Ρομπέρτο και, ως εκ τούτου, δεν κατάφερε, αν και θα μπορούσε, να εξαργυρώσει με ένα γκολ την αδιαμφισβήτητη υπεροχή που είχε στο τελευταίο 20λεπτό.

Υ.Γ.1 Οι παλαίμαχοι πάνε στην Ινδία να παίξουν τόπι. Ο Νίνης τι περιμένει;

Υ.Γ.2 Είχαμε βροχή από γκολ. Αναστέναξαν τα δίχτυα. Και βγήκαν ορισμένοι να παραπονεθούν για τις ομάδες που δεν έδειξαν «σεβασμό» στους αντιπάλους και τους διέσυραν. Μια χαρά σεβασμό έδειξαν. Και η Μπάγερν, και η Τσέλσι, και η Σαχτάρ, και η Ατλέτικο. Τι να έκαναν, δηλαδή; Να έβαζαν δυο γκολ και να παίζανε πασούλες στη μεσαία γραμμή, κοροϊδεύοντας το κοινό και τον αντίπαλο; Τον σεβασμό τον επιδεικνύεις όταν παίζεις ποδόσφαιρο. Από την αρχή μέχρι το τέλος. Μια χαρά, επομένως, τα είπε ο Μουρίνιο.

Υ.Γ.3 Θλίβομαι όταν διαπιστώνω ότι ορισμένα άτομα με τα οποία μεγαλώσαμε μαζί και γνωρίζω από την 1η Δημοτικού, έχουν ξεχάσει να ωριμάσουν· θλίβομαι όταν διαπιστώνω ότι, προϊόντος χρόνου, αυτά που μας χωρίζουν είναι απείρως περισσότερα από αυτά που κάποτε μας ένωναν.

Υ.Γ.4 Πειράζει που θεωρώ ότι η διασκευή είναι καλύτερη από την αυθεντική έκδοση;


Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

Οι ερασιτέχνες, ο «μακαρονάς» και το γκάλοπ

Οι Έλληνες έχουν έμφυτο το μικρόβιο της πολιτικής. Μπορούν να κριτικάρουν, να σκανάρουν τα λάθη, να δηλώσουν τι θα έκαναν αν ήταν στη θέση των πολιτικών. Και το κάνουν με μεγάλη ευκολία. Με άνεση. Και με μηδενική διάθεση αυτοκριτικής. Σαν ένα γείτονα που ψηφίζει εδώ και σαράντα χρόνια το ίδιο κόμμα, και κάθε φορά, ειδικά μετά από εκλογές, εκτοξεύει μπαράζ ύβρεων για αυτούς που ο ίδιος ψήφισε. Παράνοια; Εξαιρετικά πιθανό. Το σίγουρο είναι ότι αν με κάποιο μαγικό τρόπο κοιμηθούν ψηφοφόροι και ξυπνήσουν πολιτικοί, ένας Ζλάταν ξέρει τι αίσχη θα διαπράξουν. Οι Έλληνες, επίσης, είναι γιατροί. Γνωρίζουν το αντίδοτο για κάθε δηλητήριο, την ίαση για κάθε ασθένεια, την θεραπεία για κάθε αρρώστια. Η διαφορά με τους original γιατρούς είναι ότι δεν έχουν το δικαίωμα να συνταγογραφήσουν αντιβιώσεις και φάρμακα. Ίσως επειδή δεν ξέρουν/μπορούν να αντιγράψουν τα γράμματα των γιατρών, τα οποία κατά ένα διαβολικό τρόπο αντιλαμβάνονται μόνο οι φαρμακοποιοί. Η Ελλάδα, πάντως, ακόμα και έτσι, παραμένει πρώτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε κατανάλωση αντιβιοτικών και φαρμάκων. Ας μην ξεφεύγουμε, όμως. Οι Έλληνες εσχάτως έγιναν και αρχαιολόγοι. Για παράδειγμα, γνωρίζουν την ταυτότητα του νεκρού στον τάφο της Αμφίπολης. Γνωρίζουν που είναι θαμμένος ο Μέγας Αλέξανδρος. Το παράδοξο της εν λόγω «δεξιότητας» είναι ότι οι πολίτες αυτού του τόπου αγνοούν συνειδητά (την) Ιστορία. Θα μπορούσα να αναφερθώ εκτενέστερα σε αυτό το ζήτημα, αλλά κάτι τέτοιο υπερβαίνει τον σκοπό του παρόντος άρθρου. 


Επομένως, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, δεν πρέπει να προξενεί εντύπωση το ότι ο Έλληνας κρύβει μέσα του έναν σπουδαίο προπονητή, εφάμιλλο του Ρίνους Μίχελς, του Μπράιαν Κλαφ, του Τζιοβάνι Τραπατόνι και του Ότμαρ Χίτσφελντ -ή τουλάχιστον έτσι νομίζει. Με την άγνοια του, εντούτοις, όπως έχω γράψει σε ένα κολοσσιαίο άρθρο, να δηλώνει παρούσα σε κάθε πτυχή της κριτικής του. Αυτό, όμως, δεν τον εμποδίζει να συνεχίζει αγέρωχος. Με πείσμα. Επιμονή. Το σύνθημα, φυσικά, το δίνουν οι δημοσιογράφοι. Με τους περισσότερους εξ αυτών να δημιουργούν μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα ότι ο Ρανιέρι δεν προλαβαίνει την παρέλαση, είναι άχρηστος, ποδοσφαιρική απάτη και «μακαρονάς». Και το ευεπηρέαστο κοινό, εν πολλοίς ημιμαθές, να αφουγκράζεται τέτοιες απόψεις. Ποιο κίνητρο, άραγε, κρύβεται πίσω από την ανελέητη κριτική των δημοσιογράφων; Το αγωνιστικό; Σας παρακαλώ. Ας είμαστε σοβαροί. Δεν θέλω κουταμάρες. Η αντιφατική συμπεριφορά των δημοσιογράφων απέναντι σε Ρεχάγκελ και Σάντος ρίχνει άπλετο φως στην υπόθεση. Η προσπάθεια, λοιπόν, είναι συντονισμένη, γίνεται συνειδητά και το όλο εγχείρημα έχει υποστεί σοβαρή προεργασία. Αυτό που δεν ξέρω είναι αν ο Ρανιέρι θα έχει την χαρά να κατακτήσει ένα Euro, όπως ο Όθωνας, μπας και καταφέρει να κερδίσει λίγο χρόνο. Η κριτική, πάλι, που ασκείται εκ μέρους του κοινού απορρέει από το δημιουργηθέν κλίμα των δημοσιογράφων και βασίζεται σε οπαδικά κριτήρια, στον «φόβο» που εκπέμπει η πρόσληψη ενός νέου προπονητή και στην εγγενή τάση του Έλληνα να νομίζει ότι γνωρίζει τα πάντα καλύτερα από τον άμεσα υπεύθυνο/επαγγελματία.

Το ενδιαφέρον στην όλη υπόθεση είναι το πόσο εύκολα αλλάζουν οι πυλώνες της κριτικής. Για παράδειγμα, το κοινό δηλώνει ότι πρέπει να παίζει ο τάδε παίχτης. Μόλις, όμως, ο παίχτης ξεκινήσει στην αρχική εντεκάδα, αρχίζει το κράξιμο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση του Αθανασιάδη. Ή το κοινό, νομίζοντας ότι η Εθνική διαθέτει στις τάξεις της τους κλώνους του Όβερμαρς, του Ζινολά, του Ραΐ (φώτο), του Ντε Λα Πένια και του Μπατιστούτα, θέλει να δει την ομάδα να παίζει επιθετικά. Κι όταν η ομάδα παίξει επιθετικά, αρχίζει το κράξιμο. Μόλις, δηλαδή, ικανοποιηθεί ένα λαϊκό αίτημα, αρχίζει ατέρμονη γκρίνια και, κατόπιν, βάζουμε πλώρη για το επόμενο. Με τη λίστα να είναι ατελείωτη. Ακόμα και άψογος να είναι ο άλλος, αν υπάρχει η διάθεση για κακοπροαίρετη κριτική, όλο και κάποιος λόγος θα βρεθεί. Με άλλα λόγια, υπάρχει άφθονη υπομονή και ακόρεστη όρεξη για κράξιμο, αλλά τεράστια ανυπομονησία και ανεξήγητη βιασύνη για τη δημιουργία μιας διάδοχης κατάστασης. Σε σημείο απόλυτου παραλογισμού και αηδίας. Πώς έχουμε, λοιπόν, την απαίτηση να πετύχει ο Ρανιέρι κι ο κάθε Ρανιέρι; Βάζοντας τρικλοποδιές;

Γιατί τα γράφω αυτά; Διότι στο συγκεκριμένο σημείο θεωρώ ότι είναι πιο σημαντικά από την αποκρυπτογράφηση της τακτικής του αγώνα με την Φιλανδία. Υπόσχομαι, πάντως, ότι την Τετάρτη θα προσπαθήσω να αναφερθώ στα της τακτικής, συμπεριλαμβάνοντας το παιχνίδι με τους Φινλανδούς. Όσο για το ματς με την Ιρλανδία, τα πράγματα είναι πολύ απλά. Ας βάλει η Ε.Π.Ο. στην επίσημη ιστοσελίδα της ένα γκάλοπ σχετικά με το ποια θα είναι η αποστολή, ποιοι παίχτες πρέπει να ξεκινήσουν βασικοί, ποια τακτική θα ακολουθήσουμε και ποιοι θα αντικατασταθούν. Και κάθε φορά, βάσει κλήρωσης, θα επιλέγεται ένας άτυχος για να κάθεται στον πάγκο της Εθνικής. Γιατί άτυχος; Για να εξακριβώσει ιδίοις όμμασι πως είναι να σε αντιμετωπίζει κάποιος αδαής με τα ίδια σου τα όπλα.

Υ.Γ.1 Πήγα να διορθώσω ένα λαθάκι σε μια παλιά ανάρτηση, αλλά ο blogger είχε άλλη άποψη. Το αποτέλεσμα; Χάθηκε το περιεχόμενο της ανάρτησης. Και τι ανάρτηση; Αφιερωμένη στον τετραπέρατο Μισούνοφ! Τα σχόλια, πάντως, διασώθηκαν. Λευτεριά στον Μισούνοφ!

Υ.Γ.2 Έχω δηλώσει ότι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των γυναικών δεν ψάχνει για άντρα, αλλά για μουνοείλωτα. Για κάποιον λακαμά που της κάνει όλα τα χατίρια. Έχω δηλώσει, επίσης, ότι η συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών είναι παρανοϊκές. Επειδή είχα μια πρόσφατη διαφωνία για το ποιες γυναίκες, εν τέλει, είναι παρανοϊκές, οφείλω να πω ότι αυτά δεν ισχύουν μόνο για τις όμορφες -ή για αυτές που νομίζουν ότι είναι όμορφες-, αλλά και (για) τις άσχημες.

Υ.Γ.3 Παίζω τακτικά μουντιαλίτο (5x5, 6x6 και 8x8). Και απεχθάνομαι δύο είδη παιχτών. Αυτούς που, επειδή ξέρουν να κάνουν ένα τσαλιμάκι, έχουν την ψευδαίσθηση ότι γνωρίζουν ποδόσφαιρο κι αυτούς που, ενώ σε μαρκάρουν σκληρά, ενίοτε και αντιαθλητικά ή ύπουλα, κλαίνε σαν μικρά παιδιά, σαν λολίτες, όταν πας να τους παίξεις κι εσύ σκληρά.

Υ.Γ.4 Από τρεις επιλογές επικράτησε η παρακάτω!

Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014

Ράβουν κοστούμια

Τσακώθηκε, λένε, ο Αρσέν με τον Μουρίνιο. Σιγά τα ωά. Σιγά την είδηση. Αναμενόμενο και λογικό. Με το θέμα να παίρνει υπερβολική δημοσιότητα. Λες και ήταν η Αμφίπολη. Με τις φήμες, ειρήσθω εν παρόδω, να υποδηλώνουν ότι οι αστυνομικές δυνάμεις που βρίσκονται στην περιοχή προστατεύουν την Άννα Παναγιωταρέα κι όχι το Μνημείο. Αλλά αυτά είναι κακοήθειες. Δεν έχει ανάγκη η Παναγιωταρέα. Τα βγάζει πέρα μόνη της. Τόσα προσόντα έχει. Τόσες ικανότητες. Και με την παραμονή της στην Αμφίπολη έχει προσθέσει και αυτή της Καρυάτιδας: την παριστάνει θαυμάσια. Ίσως, εν τέλει, να ισχύει η προαναφερθείσα φήμη. Τέλος πάντων. Βγάζει, πάντως, ωραίες selfie (φώτο).


Ξεφύγαμε, όμως. Λέγαμε για τον τσακωμό του Αρσέν με τον Μουρίνιο. Τσακωμούς, όμως, έχουμε και στην πολιτική. Αυτό δεν (πρέπει να) προξενεί εντύπωση. Με τόσα ξεφτυλισμένα κομματόσκυλα, ακόμα και σε στιγμές που η χώρα περνάει δύσκολες ώρες, κάτι τέτοιο θεωρείται -και, πράγματι, είναι- αναπόφευκτο. Μη νομίζετε ότι αυτά γίνονται στην Βουλή. Όχι, βέβαια. Η πολιτική, πλέον, ασκείται από τα κανάλια και, κυρίως, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όπως γράφουν χιλιάδες Έλληνες την μαλακία τους, υπό μορφή σχολίου, σε άρθρα πάσης φύσεως, συνδέοντας τα πάντα με την πολιτική, έτσι και οι Έλληνες πολιτικοί γράφουν εύστοχα την αστοχία τους σε Facebook και Twitter. Να ξεκατινιάζονται, δηλαδή. Λες και πρωταγωνιστούν στο Ερωτοδικείο ή στα Παρατράγουδα. Με μια λεπτομέρεια, όμως: οι πολιτικοί έχουν εκλεγεί από τον ελληνικό λαό. Δεν τους πήρε κάποιος από το χεράκι και τους παλούκωσε με το ζόρι στα έδρανα της Βουλής: έθεσαν υποψηφιότητα και εκλέχτηκαν από το εκλογικό σώμα. Και έχουν εκλεγεί για να βρίσκουν λύσεις. Όχι για να λένε ότι υπάρχουν. Δεν πειράζει. Τα πράγματα δείχνουν ότι ο λαός έχει αποφασίσει να πειραματιστεί με γεύσεις παγωτού. Μπορεί η συντριπτική πλειοψηφία αυτού να ζει με το χθες, να εκλαμβάνει την αποχή ως πανάκεια ή να θεωρεί ότι εκπληρώνει το δημοκρατικό χρέος του με πληκτρολόγια, μούντζες και μπινελίκια, αλλά, όταν έρχεται το πλήρωμα του χρόνου, αποδεικνύει ότι ξέρει να επιλέγει Πρωθυπουργούς. Χθες ο Τζέφρυ, σήμερα ο Αντώνης και αύριο ο Τσίπρας. Με την Μέρκελ να μην μπορεί να κλείσει μάτι. Να στριφογυρίζει στο Μade in Germany κρεβάτι της. Βλέπει τους βουλευτές του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. να επισκέπτονται, πάντοτε με κομματική πειθαρχία, τον ράφτη για να ράψουν, ως μελλοντικοί Υπουργοί, κοστούμια και έχει πανικοβληθεί. Λέτε ο Τσίπρας να υλοποιήσει τις υποσχέσεις του; Όσο το σκέφτεστε, ακούστε το έπος που ακολουθεί.

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

Δεν έχει διαφορά

Έστω, λοιπόν, ότι αγωνίζεται ο Άρης στην Ευρώπη. Και, συνεχίζοντας την υπόθεση εργασίας, χάνει από τον αντίπαλο. Δεν αλλάζεις κανάλι, όμως. Σκέφτεσαι να δεις την εκπομπή με τον σχολιασμό του αγώνα. Για να ακούσεις για τακτική. Να δεις τι έφταιξε. Και βλέπεις στη θέση του σχολιαστή τον Ντίνο Μπαλή. Τι κάνεις; Απελπίζεσαι. Είναι δυνατόν, σκέφτεσαι, σε ματς του Άρη να μιλήσει ο Μπαλής για τακτική; Να αναφερθεί στα του αγώνα με αντικειμενικά κριτήρια; Όχι, βέβαια. Σαν να προσπαθείς να βγάλεις νερό από μια πέτρα. Πάμε στον Παναθηναϊκό. Έστω ότι αγωνίζεται στην Ευρώπη και φέρνει αρνητικό αποτέλεσμα. Και τον σχολιασμό του αγώνα έχει αναλάβει ο Νίκος ο Καρούλιας. Μετά το double facepalm, και αφού δείξεις ιώβεια υπομονή, περιμένεις να ακούσεις για τακτική. Για παράδειγμα, μεγάλο πλάτος, χαμηλό τέμπο, overlap, διαγώνιες αλληλοκαλύψεις, ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας, target man κ.λπ. Περιμένεις, τέλος πάντων, να ακούσεις κάτι για ποδόσφαιρο. Έστω την παραδοχή ότι ο αντίπαλος ήταν καλύτερα στημένος και κέρδισε δίκαια. Τζίφος, όμως. Μηδέν εις το πηλίκιον, που έλεγε κι ο Τζέφρυ. 


Και πάμε στον Ολυμπιακό. Ας υποθέσουμε ότι αγωνίζεται εκτός έδρας στην Ευρώπη. Ας επιλέξουμε για αντίπαλο, όλως τυχαίως, την Μάλμε. Με τον Ολυμπιακό να ταξιδεύει στην Σουηδία με χαλαρή και ανέμελη διάθεση. Σίγουρος για το διπλό. Τα πράγματα, όμως, δεν πάνε καλά για την ομάδα του Μίτσελ. Τελικό σκορ: 2-0. Και περιμένεις από τον σχολιαστή, τον Πέτρο Μίχο, να αναφερθεί σε ορισμένα κομβικά σημεία του παιχνιδιού. Να μιλήσει για την τακτική επιλογή του Μίτσελ να αφήσει εκτός ενδεκάδας τον Τσόρι, τις μεγάλες αποστάσεις μεταξύ των γραμμών, το σχετικά μικρό πλάτος, το ανύπαρκτο off the ball και τις κάκιστες τοποθετήσεις του Μήτρογλου, την ελλιπή επικοινωνία του κεντρικού αμυντικού διδύμου, την απαράδεκτη εμφάνιση του Μπoτία, την έλλειψη αμυντικού βάθους, τις αργές επιστροφές, τις χαμένες μονομαχίες, τα νεύρα του Μανιάτη. Έστω να αναφερθεί στο δουλεμένο σύνολο της Μάλμε. Στο πόσο ωραία απεγκλώβιζε την μπάλα από το τερέν της, το αποδοτικό πρέσινγκ στα 2/4 του γηπέδου, σαν ένα είδος ελαστικής άμυνας, το ποδόσφαιρο αναμονής που επέλεξε ο προπονητής της ή το μεγάλο πλάτος που παρουσίαζε στο χόρτο. Να πει κάτι, ρε παιδί μου. Κι αυτός τι κάνει; Ξεκινάει να μιλάει για διαιτησία. Για το ακυρωθέν γκολ του Μήτρογλου, με τον Μίχο να αδυνατεί να καταλάβει πως γίνεται να σκοράρει παίχτης του Ολυμπιακού και ο διαιτητής να ακυρώνει το γκολ. Και να συνεχίζει με το πέναλτι του Μανιάτη που δεν δόθηκε. Φυσικά και ήταν πέναλτι. Αλλά ο Μανιάτης δεν μπορεί να το χωνέψει. Δεν μπορεί να πιστέψει ότι υπάρχει διαιτητής που δεν υποδεικνύει την εσχάτη των ποινών (κλισέ) υπέρ του Ολυμπιακού. Μάλλον έχει συνηθίσει από το ελληνικό πρωτάθλημα. Με τον Μίχο να σπεύδει να δικαιώσει την αντίδραση του Μανιάτη. Με τα πρώτα λόγια του να αναφέρονται στην διαιτησία. Έστω το ψηλό χορτάρι ή την παγωνιά. Δεν γίνεται να χάσει ο Ολυμπιακός από μια καλύτερη ομάδα. Ποτέ των ποτών. Απαγορεύεται. Θα επικαλεστούμε τη διαιτησία ή θα μασκερέψουμε την εμφάνιση με τον μανδύα της ατυχίας. Κι αυτό, εν πολλοίς, ισχύει για όλες τις ελληνικές ομάδες που αγωνίζονται στην Ευρώπη. Η δημοσιογραφία της φουστανέλας, βλέπετε, ζει και βασιλεύει. Το να παραδεχτούμε ότι ο αντίπαλος έπαιξε πειθαρχημένα και ψυχωμένα, έπαιξε καλύτερα, πιο συγκροτημένα, με τακτική πειθαρχία, συνιστά εγκληματικό έγκλημα!

Τι κοινό, εν τέλει, έχουν οι Μπαλής, Καρούλιας και Μίχος; Υποστηρίζουν εξίσου φανατικά τις ομάδες τους. Δεν θα τους κατηγορήσω για αυτό. Εξάλλου, δεν φταίνε αυτοί, αλλά εκείνοι που τους καλούν να ερμηνεύσουν τον ρόλο το σχολιαστή. Εν προκειμένω, τόσοι άνθρωποι του ποδοσφαίρου υπάρχουν κι αυτοί επιλέγουν τον Μίχο για να σχολιάζει τα ματς του Ολυμπιακού; Είναι δυνατόν; Ή να επιλέγουν τον Γιάννη Γκούμα για τα ματς της Εθνικής; Θα μου πει, βέβαια, κάποιος ότι εδώ έχει μπει στην Βουλή ο Ανατολάκης. Τέλος πάντων. Ας μην ξεφύγουμε. Με άλλα λόγια, είναι κάπως αναμενόμενο να ακούσεις δικαιολογίες και αερολογίες από φανατικούς οπαδούς. Έστω κι αν πρόκειται για πρώην ποδοσφαιριστές. Αλλά για τους δημοσιογράφους τι να πεις; Σας ερωτώ, τι μπορείς να πεις; Τι μπορείς να περιμένεις; Μήπως ορισμένοι έχουν επιλέξει λάθος επάγγελμα; Το καρέ των δημοσιογράφων -δύο στο ματς και δύο στο στούντιο- που κλήθηκε να καλύψει τον αγώνα του Ολυμπιακού, τι ακριβώς παρίστανε; Μας έφεραν ήδη τον Μίχο. Εκείνοι τι ρόλο είχαν; Και για να έχουμε καλό ερώτημα, ξέρουν με τι φουσκώνει η μπάλα; Ξέρουν τι σχήμα έχει η μπάλα; Δεν θα ήταν καλύτερα να κάτσουν σπίτι τους, ήσυχα και ωραία, και να προσλάβει η ΝΕΡΙΤ στη θέση τους τον Τάκη Τσουκαλά (φώτο); Ούτως ή άλλως, δεν έχει διαφορά. Του βάζεις ένα κοστούμι και είναι έτοιμος.

Υ.Γ.1 Παρακολούθησα χθες τον αγώνα μεταξύ Παρί και Μπαρτσελόνα. Ωραίο παιχνίδι, με καλό ρυθμό. Θα ήθελα να αναφερθώ, όμως, στην παρουσία του Μπέκαμ και της Μπιγιονσέ. Οι Άραβες στο Παρίσι δεν θέλουν να φτιάξουν απλά μια καλή ποδοσφαιρική ομάδα, αλλά έναν πραγματικό πόλο έλξης. Και αυτό γίνεται μόνο μέσω της απόκτησης, της οικοδόμησης ενός ισχυρού brand name.

Υ.Γ.2 Πάμε δυνατά!

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...