H τσιγκουνιά είναι κακό πράγμα. Κάκιστο. Και συνήθως βγαίνει ραντεβουδάκια με τη μιζέρια. Και μάλιστα, δεν υπάρχει θεραπεία. Ευτυχώς, ούτε τσιγκούνης είμαι μήτε μίζερος, αν κι αυτό δεν θα το κρίνω εγώ, αλλά ο κοινωνικός μου περίγυρος και οι διαπροσωπικές μου σχέσεις. Υπάρχουν άνθρωποι που χτυπάει το ξυπνητήρι το πρωί και, πριν πάνε στη δουλειά, βγάζουν τις μπαταρίες, για να μην δουλεύει τζάμπα όσο θα λείπουν, και τις επανατοποθετούν μόλις επιστρέψουν σπίτι. Απίστευτα πράγματα. Στην περίπτωση του Τσάκα, όμως, ίσχυσε ακριβώς το αντίθετο. Δεν μιλάμε απλώς για γενναιοδωρία, αλλά για large καταστάσεις. Πολύ large. Οι δημοσιογράφοι, λοιπόν, ως καλοί οικοδεσπότες, άνοιξαν τις πόρτες στον Τσάκα. Του φέρθηκαν με το σεις και με το σας. Αλλά κι ο τέως συνεργάτης του Αλ Σαούντ δεν πήγε πίσω. Κύριος κι αυτός. Ό,τι ήθελαν να ακούσουν, εκείνος το έλεγε. Χωρίς ντροπές και περιστροφές. Και πάντα με στυλ και φινέτσα. Κι ας φορούσε παρδαλέ αντιανεμικά μπουφάν. Όσο εμφάνιση και μπόι του έλειπε, τόσο ετοιμόλογος και ανοιχτοχέρης ήταν:
- Τι θα γίνει με το γήπεδο, κύριε Τσάκα;
- Η Αυτού Μεγαλειότης θα κατασκευάσει νέο γήπεδο. Με όλα τα κομφόρ.
- Θα έχει και γήπεδο μπάσκετ;
Ο άνθρωπος δεν κολλούσε πουθενά. Έταζε λαγούς και πετραχήλια. Μέχρι και τον Ροναλντίνιο ''έφερε'' και αμέσως κάποιοι που αυτοαποκαλούνται δημοσιογράφοι έσπευσαν να προτείνουν ποια θέση θα καταλαμβάνει ο Βραζιλιάνος στην εντεκάδα της ομάδας (!). Μετά μας φταίει η Τρόικα. Για μια στιγμή, όμως: είπαμε ότι οι δημοσιογράφοι άνοιξαν τις πόρτες τους στον Τσάκα. Σωστό; Σωστό. Το τηλέφωνό του χτυπούσε πιο συχνά κι από αυτό του Λάκη Γαβαλά. Δεν παρακαλούσε ο Τσάκας. Ο Βλάσης βρήκε έναν ήδη στημένο μηχανισμό και απλά προθυμοποιήθηκε να του δώσει λάμψη. Και το έπραξε με αξιοθαύμαστη ακρίβεια. Οι μέρες, οι βδομάδες, οι μήνες περνούσαν ευχάριστα. Ο Τσάκας μετατράπηκε σε συνώνυμο της επικαιρότητας. Όπως γράφει κι ο Καίσαρης: «Να σφάζονται στα πόδια του ραδιόφωνα,
τηλεοράσεις, εφημερίδες για το ποιος θα πάρει αποκλειστική δήλωση. Οι
περισσότεροι τον ειρωνεύονται, κάποιοι τον χλευάζουν, αλλά όλοι
ασχολούνται μαζί του. Κανένας δεν τον περνάει στο ντούκου». Όλοι, λοιπόν, βγήκαν κερδισμένοι. Οι οπαδοί, έχοντας ως βάση τις δηλώσεις του Τσάκα, βρήκαν νέο πεδίο συζήτησης, ανταλλάσσοντας συνεχώς φιλοφρονήσεις, ενώ οι δημοσιογράφοι διασκέδαζαν με το νέο τους θύμα, δίνοντας πνοή σε φυλλάδες (πωλήσεις), ράδια (ακροαματικότητα) και ιστοσελίδες (κλικς). Ακόμα και η ίδια η ομάδα, όντας αποφορτισμένη από την πίεση, αφού ο Τσάκας τράβηξε όλα τα φώτα πάνω του, βγήκε κερδισμένη: ο Βλάσης έφερε αγωνιστική ηρεμία, όπως τα χελιδόνια φέρνουν την άνοιξη. Όλοι, εκτός από τον Τζίγγερ.
Ο Καρπετόπουλος υποστηρίζει: «Ο Τζίγγερ κρύφτηκε πίσω από το θέμα των Αράβων για μήνες: ο ΠΑΟ παραμένει κατά 56% δικός του και, αν δεν συνεργαστεί με τους υπόλοιπους μετόχους, η ευθύνη για ό,τι θα συμβεί δεν είναι κανενός άλλου. [...] Μόνο που αν ο ΠΑΟ σκάσει, θα σκάσει στα δικά του χέρια και δεν θα του φταίει κανείς άλλος. Το 56% των μετοχών που καθορίζει όλες τις εξελίξεις είναι ακόμα δικό του. Έχει απόλυτο δίκιο. Πρώτον, δεν μπορεί να λειτουργεί με 30% όποτε τον συμφέρει και δεύτερον, είτε το θέλει είτε όχι, παραμένει μεγαλομέτοχος της Π.Α.Ε., έστω κι αν ο ίδιος έχει βαφτίσει τις μετοχές του ανενεργές ή όπως αλλιώς θέλει. Τα πράγματα, όμως, δεν είναι τόσο απλά. Πριν αρκετούς μήνες, έγραφα: «Επανεξετάζοντας το προαναφερθέν ερώτημα που υποδηλώνει ποιον θα βρίζουν οι οπαδοί κατόπιν της αποχώρησης του Τζίγγερ, η απάντηση είναι απλή: τον Τζίγγερ. Μόνο που τώρα θα τον βρίζουν επειδή αποχώρησε». Η παραπάνω πρόταση επιβεβαιώνει την επιβληθείσα ρεαλιστική προσέγγιση της κατάστασης. Η επιλογή του ραλίστα να αποδεχτεί τη διαδικασία του προσύμφωνου με τον Πρίγκιπα, ήταν μάλλον αναγκαστική. Αν δεν προχωρούσε, θα μπορούσε να κατηγορηθεί ότι δεν θέλει να πουλήσει τον Παναθηναϊκό, κάτι που συγκρούεται με τις τοποθετήσεις της οικογενείας περί πώλησης της Π.Α.Ε. Αυτό που εισπράττω από την ιστορία του Τζίγγερ, είναι ότι πιο εύκολα μπαίνεις σε μια Π.Α.Ε., παρά βγαίνεις. Το ερώτημα, όμως, εξακολουθεί να πλανάται. Ο Τσάκας διατηρήθηκε ως αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας, λόγω της μη επίσημης απόρριψης του Τζίγγερ; Δεν το νομίζω. Ειδάλλως, αυτή την στιγμή που μιλάμε, ο Τσάκας θα είχε εξαφανιστεί, τόσο γρήγορα όσο είχε εμφανιστεί.
Υπόθεση εργασίας: έστω, λοιπόν, ότι ο Τσάκας κατάφερε να τους παραμυθιάσει όλους. Τους πάντες. Μηδενός εξαιρουμένου. Πώς είναι δυνατόν να το πετύχει αυτό, χωρίς πλάτες; Ας μην ξεχνάμε ότι ο ίδιος ο Τσάκας είναι ρέστος. Τότε πώς έμενε σε κυριλάτο ξενοδοχείο της Βουλιαγμένης; Πώς νοίκιαζε ακίνητο στην Ηρώδου Αττικού; Πώς πλήρωνε τους συνεργάτες του; Μιλάμε για ένα όργιο δαπανών. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά περνούσε κι από κάστινγκ επίδοξους συνεργάτες. Η χάρη του έφτασε μέχρι την Βουλή. Κοτζάμ Γερουλάνος άλλαξε το νομοσχέδιο. Το συνειδητοποιείτε; Ένας άνθρωπος που ουδεμία σχέση (δια)τηρεί με μια ανώνυμη εταιρία, ανάγκασε -κι όχι υποχρέωσε- τον αρμόδιο Υπουργό να αλλάξει το νόμο προς φαινομενικό όφελος της εν λόγω εταιρίας. Προσοχή: δεν εξετάζω αν η κίνησή του Υπουργού ήταν -που πράγματι ήταν- σωστή. Ούτε ισχυρίζομαι ότι τα συμφέροντα έδρασαν υπογείως υπέρ του Παναθηναϊκού. Απλά καταγράφω το γεγονός και προσπαθώ να εντοπίσω τα κίνητρα.
Και φτάνουμε στην πεμπτουσία του άρθρου. Τι διαφορετικό έκανε ο Τσάκας από τους πολιτικούς που μας κυβερνούν; Που, όντας οπλισμένοι με θράσος και αναισθησία, βγαίνουν στο μπαλκόνι και, απευθυνόμενοι στον όχλο, λένε: «Λεφτά υπάρχουν». Που βγαίνουν στις κάμερες με αυστηρό ύφος, τονίζοντας με στόμφο, «Δεν θα πάρουμε άλλα μέτρα», μόνο και μόνο για να αναιρέσουν εαυτόν δέκα μέρες μετά. Που, ενώ ζουν σε αποστειρωμένο περιβάλλον και όντας απομακρυσμένοι από την πραγματικότητα, υποδύονται τους στενοχωρήμενους για την κατάσταση του μέσου πολίτη, ψηφίζουν τα μνημόνια και μετά κλαίνε επειδή τα ψήφισαν, παίζοντας παράλληλα με μισθούς και συντάξεις λες και είναι χρήματα του Monopoly. Κι αντί οι δημοσιογράφοι να τους ξεσκίσουν με καυτές ερωτήσεις, επιμένουν πεισματικά να τους χαϊδεύουν τις πατούσες. Κι αντί οι πολίτες να τους επιβραβεύσουν με την μη επανεκλογή τους, διαπιστώνεις με θλιβερό συναίσθημα ότι κάπου, κάπως, κάποτε βγαίνουν οι ίδιες οικογένειες και τα ίδια πρόσωπα. Όχι τίποτα άλλο, αλλά ο Πάγκαλος κι ο Καραμανλής έχουν και δίδυμα τέκνα -όχι, άλλο κάρβουνο! Επαναλαμβάνω, λοιπόν: τι διαφορετικό έκανε ο Τσάκας από όλα αυτά τα πολιτικά κατακάθια που εμείς ψηφίζουμε; Ίσα ίσα, όπως αναφέραμε, έδωσε λάμψη σε έναν ήδη στημένο μηχανισμό. Στην πολιτική ποιος δίνει λάμψη; Ο Καρατζαφέρης που βγαίνει στις κάμερες και λέει παροιμίες και στίχους των Beatles; Και μας πείραξε ο Τσάκας με τις ιστορίες του; Ή το γεγονός ότι φαινόταν σίγουρος για τα 15 μύρια, όταν, μάλιστα, η χώρα χρωστάει εκατοντάδες δις ευρώ κι ο κατώτατος μισθός έχει πέσει στα τέσσερα κατοστάρικα; Εδώ ο Αντωνάκης περιμένει σαν αρπακτικό και αγωνιά για την Πρωθυπουργία της Ελλάδος. Βιάζεται να κυβερνήσει μια χρεοκοπημένη χώρα. Και σε τελική ανάλυση ο Τσάκας αφορά μια ανώνυμη εταιρία. Μια ποδοσφαιρική ομάδα. Σιγά τα ωά. Και να χρεοκοπήσει η Π.Α.Ε. Παναθηναϊκός κι η κάθε Π.Α.Ε., χέστηκε η φοράδα στο αλώνι. Προσοχή: αναφέρομαι σε Π.Α.Ε. -οι ομάδες που έχουν κόσμο δεν χρεοκοπούν ποτέ, αλλά ζουν και βασιλεύουν μέσα στο μυαλό μας. Αυτή τη στιγμή, όμως, μιλάμε για τη χώρα, το μέλλον και τις ζωές μας. Είναι προφανές ότι οι προτεραιότητές μας βρίσκονται σε σύγχυση. Ακριβώς το αντίθετο ισχύει για τους δημοσιογράφους. Ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν. Και οι πολιτικοί και οι αθλητικοί. Επομένως, τον Τσάκα βρήκαμε ως εξιλαστήριο θύμα; Στον Τσάκα εξαντλείται η αυστηρότητά μας; Τόσο υποκριτικά κουτορνίθια είμαστε;
Εν κατακλείδι, ο Τσάκας έδωσε αμέτρητες συνεντεύξεις, ωστόσο οι δηλώσεις του, όχι μόνο δεν
κάλυπταν τα πραγματικά κενά, αλλά δημιουργούσαν και νέα. Υποθέτω ότι δεν τους έδινε
τις σωστές απαντήσεις, ίσως, διότι, δεν του υπέβαλαν τις σωστές
ερωτήσεις -ακριβώς ό,τι συμβαίνει με τους πολιτικούς. Ποιος τον πίστεψε, ποιος τον άκουσε, ποιος του έδωσε βήμα; Όλα έχουν γραφεί στην ιστορία. Μια ιστορία που δεν πάει μόνη της. Οι οπαδοί και οι δημοσιογράφοι την κινούσαν -ευτυχώς, υπήρχαν εξαιρέσεις. Όπως έχουν γραφεί στην ιστορία όλα αυτά που έχει πει. Πράγματα που δήλωνε όχι γιατί το ζήτησε ο ίδιος, ούτε γιατί το απαίτησε, αλλά διότι του το ζητούσαν καθημερινώς αυτοί που ήθελαν να γεμίσουν τις άδειες σελίδες και ώρες τους. Και, αντί όλοι αυτοί να του πουν ευχαριστώ, τώρα τον λιθοβολούν, τον αποκαλούν φαφλατά, τον θεωρούν αναξιόπιστο και προσπαθούν να πείσουν τον κόσμο ότι ουδέποτε τον πήραν στα σοβαρά, διδάσκοντας παράλληλα, όπως θέλουν προκλητικά να πιστεύουν, δωρεάν μαθήματα αθλητικής, δεοντολογικής και ανιδιοτελούς δημοσιογραφίας. Δεν μπορούμε, άραγε, να φερθούμε με παρόμοιο τρόπο έναντι των πολιτικών; Δυστυχώς, συνεχίζουμε να ακροβατούμε χωρίς προστατευτικό δίχτυ. Τα Μ.Μ.Ε. αγάπησαν τον Τσάκα όχι γιατί τον πίστεψαν, αλλά διότι λατρεύουν τα ψέματα. Εξού και η καταφυγή μας στο κρίσιμο στοιχείο της υπερβολής: είναι, βλέπετε, αναγνωρίσιμο. Όπως αναφέρει κι ο Καρτετόπουλος: «Όμως, το γκροτέσκο της συμπεριφοράς του και η υπερβολική μιντιακή έκθεσή του, κατέδειξαν το πόσο η χώρα περιμένει σωτήρες που θα ικανοποιήσουν όνειρα. Κυρίως ο Τσάκας απέδειξε (άθελά του) πως η χώρα απέχει πολύ ακόμα από την ωριμότητά της. Δεν αποκλείεται το 2012 να καταστραφεί: αυτό που αποκλείεται είναι να ωριμάσει». Έχει άδικο;
Υ.Γ.1 Οι δυο τελευταίες μέρες ήταν ένας ποδοσφαιρικός παράδεισος. Παιχνιδάρες σε όλη την Ευρώπη: Λίβερπουλ, Άρσεναλ, Μάντσεστερ, Μπάρτσα, Βαλένθια, Μίλαν, Γιούβε, Νάπολι, Ντορτμουντ και σία. Αποκορύφωμα; Το 4-4 της Λιόν με την Παρί. Απίστευτο παιχνίδι.
Υ.Γ.2 Ο μπασκετικός Ολυμπιακός θα πρέπει να προβληματιστεί τα μάλα. Η Αρειανάρα για 32 λεπτά έπαιξε πολύ καλό μπάσκετ και πίεσε τον αντίπαλο σε απροσδόκητο βαθμό. Ουδόλως υπερβάλλω. Βγάζαμε ασίστ, τρέχαμε στον αιφνιδιασμό, ήμαστε εύστοχοι και εφαρμόζαμε το πικ εν ρολ (!). Ναι, σωστά διαβάσατε: πικ εν ρολ!
Υ.Γ.3 Πάμε λίγο δυνατά.