Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2015

Ο Πόντιος, τα σκουλήκια και οι ορδές του χάους

Δεν είναι περίεργο που το πελατειακό πολιτικό σύστημα της Ελλάδας βρίσκεται υπό κατάρρευση. Κάποτε ήταν ευθύνη του πολιτικού να βρει δουλειά τους ψηφοφόρους, ώστε οι τελευταίοι να απολαμβάνουν την μονιμότητα στον επίγειο παράδεισο του Δημοσίου. Οι πιο φιλόδοξοι, μάλιστα, επέκτειναν τα ρουσφέτια και στον ιδιωτικό τομέα. Τα πλοκάμια των πολιτικών, λοιπόν, ειδικά επί ΠΑ.ΣΟ.Κ., είχαν απλωθεί παντού. Και τώρα, σε μια εποχή που η χώρα ταλανίζεται από πλείστα προβλήματα, οι σχέσεις πολιτικών και ψηφοφόρων έχουν κλονιστεί συθέμελα. Γιατί; Διότι κόπηκαν τα ρουσφέτια. Κι ο Έλληνας ανέκαθεν έβλεπε τις εκλογές σαν πεδίο για να εκμεταλλευτεί καταστάσεις και να αποκομίσει κέρδη. Συν τοις άλλοις, τις αντιμετωπίζει σαν μια ευκαιρία για να τιμωρήσει. Ψηφίζει, λοιπόν, με ιδιοτελή και, συνάμα, αξιοπερίεργα κριτήρια. Και ποτέ, σχεδόν, δεν σκέφτεται το κοινό συμφέρον ή, έστω, σπάνια αντιλαμβάνεται ότι η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού και η επιλογή του λιγότερο κακού. Η πολιτική, με άλλα λόγια, δεν αποτελεί ένα αυθαίρετο πεδίο για δοκιμές. Δεν είναι παγωτό για να πειραματιζόμαστε με νέες γεύσεις. Τέλος πάντων.


Κάπως έτσι, λοιπόν, δικαιολογείται η άνοδος του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Ορισμένοι ψηφοφόροι στράφηκαν σε αντισυστημικά κόμματα, τα οποία ευαγγελίζονται ριζοσπαστικές λύσεις και προτείνουν ρηξικέλευθες ρυθμίσεις. Ωστόσο, το κλίμα έχει οριστεί κατά της Νέας Δημοκρατίας κι όχι υπέρ του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Καλό είναι ο Αλέξης ο Τσίπρας, αλλά και ο ελληνικός λαός, να το έχει αυτό υπόψη του. Το ΣΥΡ.ΙΖ.Α., εξάλλου, τα έχει όλα. Σαν μια καντίνα, ονόματι «Ο Πόντιος», που υπήρχε απέναντι από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Πήγαινες να πάρεις ένα βρώμικο να φας και σε ρωτούσε ο τύπος με το μουστάκι, και το κασετόφωνο στο background να παίζει Καζαντζίδη, «να βάλω από όλα;». «Ναι», απαντούσες εσύ. Και έβαζε κυριολεκτικά από όλα. Από σουβλάκια και λουκάνικα, καρότα και λάχανα, μέχρι τυροκαυτερή, κέτσαπ και μουστάρδα. Και στο τέλος σου έδινε ένα σάντουιτς που είχε τα πάντα. Κάπως έτσι είναι ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Μπορείς να ακούσεις τα πάντα. Δεν πλήττεις. Δεν νοιώθεις βαρεμάρα. Πάντα σου κεντρίζει το ενδιαφέρον. Ξεχειλίζει από απόψεις. Ότι θα επιστρέψουμε στην δραχμή, θα  βγούμε από την Ευρωπαϊκή Ένωση/Ο.Ν.Ε. και θα σκίσουμε τα Μνημόνια, μέχρι το ότι θα μείνουμε στο ευρώ, θα ισχυροποιήσουμε τις σχέσεις μας με την Ευρώπη και θα τιμήσουμε τις δεσμεύσεις του Μνημονίου. Γιατί συμβαίνει αυτό; Το ΣΥ.ΡΙΖ.Α., βλέπετε, αποτελείται από αρκετές συνιστώσες. Και η κάθε συνιστώσα, όπως γίνεται αντιληπτό, έχει τα κουσούρια της. Δεν υπάρχει, λοιπόν, κανένας συντονισμός. Κι αυτό το κόμμα επιλέχθηκε από τον ελληνικό λαό για να κυβερνήσει τη χώρα. Ένας εχθρός της λογικής θα προσπαθήσει να διορθώσει τα πλείστα λάθη του προηγούμενου εχθρού της λογικής. Ποιος είναι ο προηγούμενος; Ο κύριος Σαμαράς. Ένας Σαμαράς που είχε την ευκαιρία να γραφτεί στην Ιστορία ως ένας μεγάλος μεταρρυθμιστής, αλλά προτίμησε, αντί να την αδράξει, να την πετάξει μεγαλοπρεπώς στον κάδο των αχρήστων.

Αντί επιλόγου, εύχομαι στον Τσίπρα καλή επιτυχία. Δεν ξέρω αν θα υλοποιήσει τις προεκλογικές του υποσχέσεις. Αν το καταφέρει, πάντως, να ξέρετε ότι βρέθηκε ο κλώνος του David Copperfield (φώτο). Κι αν αποτύχει, να θυμόμαστε ότι δεν θα ευθύνεται ο Τσίπρας. Δεν τον πήρε από το χεράκι η γυναίκα του και τον τοποθέτησε στο Μαξίμου με το ζόρι. Ο ελληνικός λάος τον εξέλεξε Πρωθυπουργό. Ο ελληνικός λαός τον προτίμησε. Όπου, λοιπόν, επικρατεί σαπίλα, υπάρχουν και σκουλήκια. Μαντέψτε ποια είναι αυτά. Μέχρι να το σκεφτείτε, οι ορδές του χάους έφτασαν.



Υ.Γ.1 Η σωστή απάντηση στο κουίζ της προηγούμενης ανάρτησης είναι ο Έντι Τζόνσον. Το βρήκε ο Κωνσταντίνος.

Υ.Γ.2 Μία από τις σοβαρότερες αιτίες της δυστυχίας μας είναι αυτή η αέναη αναζήτηση της ευτυχίας μας. Ίσως σε κάποια ανάρτηση το κάνουμε πενηνταράκια.

Υ.Γ.3 Το Σάββατο ρούφηξα μεγάλες δόσεις ποδοσφαίρου. Το μενού είχε Ρεάλ, Μπαρτσελόνα και Ατλέτικο. Η Ρεάλ πήρε τρεις βαθμούς από ένα παιχνίδι που δεν θα έπρεπε να πάρει κανέναν, η Μπάρτσα ζάλισε κυριολεκτικά την Έλτσε με το κάθετο ποδόσφαιρο και τα κάθετα σπριντ, και, τέλος, η Ατλέτικο Μαδρίτης, για μία ακόμη φορά, φάνηκε συνεπής στο αγωνιστικό της πλάνο. Ποδόσφαιρο, όμως, είχαμε και την Κυριακή. Η Φιορεντίνα κοντραρίστηκε με την Ρόμα, αλλά αυτά που είδαν τα ματάκια μου δεν με αποζημίωσαν. Άτακτο και άναρχο παιχνίδι, χωρίς ιδιαίτερη τακτική, θύμιζε μπάλα αλάνας. Τουλάχιστον ξεχαστήκαμε από τα βάναυσα προβλήματα της καθημερινότητας.

Υ.Γ.4 Αν η Αρειανάρα, με τόσα προβλήματα, καταφέρει και πάρει την άνοδο, θα πρόκειται για θαύμα ολκής.

Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2015

Η Ακρόπολη



Από το ελληνικά παρκέ έχουν περάσει παιχταράδες. Παίχτες, δηλαδή, με ποιότητα, πολλοί εκ των οποίων είχαν θητεύσει και στο N.B.A. Κι αυτό το γράφω, διότι, τότε, η ποιοτική στάθμη του N.B.A. βρισκόταν σε υψηλά, ακόμα, επίπεδα. Ορισμένοι, δε, εξ αυτών υπήρξαν σημαντικότατοι ρολίστες, ακόμα και πρωταγωνιστές. Όπως ο Ντομινίκ Γουίλκινς. Μέχρι και πρωταθλητές ήρθαν στην Ελλάδα, παρέα με τα δαχτυλίδια τους, όπως ο Κλιφ Λέβινγκστον κι ο Μπάιρον Σκοτ. Ωστόσο, ας μην σταθούμε μόνο στο τάλαντο των παιχτών. Η ελληνική Α1 βρίθει ευτράπελων περιστατικών. Όπως, για παράδειγμα, η ιστορία με το σορτσάκι. Ή, ακόμα, το κλάμα που έριχνε ο Ρονάλντο Μπλάκμαν, ο θρύλος των Dallas Mavericks, και πατέρας τεσσάρων παιδιών, για χάρη μιας Ελληνίδας, με τον Μίρκο Μιλίσεβιτς να προσπαθεί να τον παρηγορήσει! Κι αφού πιάσαμε τις cult μορφές/φιγούρες, ας θυμηθούμε τον υπέρτατο Ντέρεκ Τσίβιους (φώτο), τον οποίο μια φορά τον έψαχναν, επειδή δεν είχε πάει για προπόνηση, ενόσω ο ίδιος έκανε βόλτες με ένα ποδήλατο έξω από το κλειστό της Δάφνης. Φοβερά περιστατικά, επίσης, μας έχει χαρίσει η τσιγκουνιά του Γουόλτερ Μπέρι, η όρεξη του Όλιβερ Μίλερ, η δίψα του Ρόι Τάρπλεϊ και οι βόλτες με τα ελικόπτερα του Τζον Σάλεϊ. Υπήρχαν, ωστόσο, και σοβαροί άνθρωποι. Χωρίς εξωγηπεδικά κατορθώματα. Επαγγελματίες και καλλιεργημένοι. Άνθρωποι, δηλαδή, που όχι μόνο αντιμετώπισαν την περιπέτεια στην Ελλάδα σαν πρόκληση, αλλά γνώριζαν ήδη αρκετά πράγματα για τη χώρα μας. Ποιος παίχτης, λοιπόν, μόλις πάτησε το πόδι του στο αεροδρόμιο, απαίτησε από τους ανθρώπους της ομάδας να επισκεφτεί την Ακρόπολη;
  1. Έντι Τζόνσον (Ολυμπιακός)
  2. Γκάρι Γκραντ (Άρης)
  3. Ξαβιέ Μακντάνιελ (Ηρακλής)
  4. Όντι Νόρις (Περιστέρι)
  5. Θερλ Μπέιλι (Πανιώνιος)
  6. Μπρεντ Σκοτ (Λάρισα)
Καλή επιτυχία!

Υ.Γ.1 Η σωστή απάντηση θα δημοσιευθεί στην επόμενη ανάρτηση.

Υ.Γ.2 Οφείλω να δώσω συγχαρητήρια στην Λίβερπουλ, για το πάθος της απέναντι στην Τσέλσι, και στην Ατλέτικο, για την, εκ νέου, συνέπεια που παρουσίασε στην Βαρκελώνη. Ήθελα να γράψω για αυτά τα παιχνίδια, αλλά δεν προλάβαινα!

Υ.Γ.3 Έχω ετοιμάσει στο μυαλό μου ένα κείμενο για τις εκλογές, αλλά σκέφθηκα ότι το κουιζ είναι καλύτερη επιλογή...

Υ.Γ.4 ...κι ακόμα καλύτερη, γιατί τα λέμε χύμα και τσουβαλάτα, είναι το τραγούδι που ακολουθεί. Οι Jethro Tull μαγεύουν τα πλήθη και παραδίδουν δωρεάν μαθήματα μουσικής παιδείας.

Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2015

Τρόμος και διάρκεια

Σήμερα θα μιλήσουμε για ποιότητα. Για πραγματική ποιότητα. Θα μιλήσουμε, επί της ουσίας, για ορισμένες παρερμηνείες που έχουν παρουσιαστεί από ανθρώπους που προσπαθούν να ερμηνεύσουν έναν όρο με λάθος κριτήρια. Για πάμε, λοιπόν. Ας υποθέσουμε ότι μια αθλητική ιστοσελίδα δημοσιεύει μια λίστα με την καλύτερη δεκάδα του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Ή, αν προτιμάτε, μια δεκάδα με τους καλύτερους τερματοφύλακες του ποδοσφαίρου. Κάθε φορά που πέφτει στην αντίληψή μου μια τέτοια λίστα γελάω. Και γελάω για δυο λόγους. Πρώτον, με τα κριτήρια που ορίζει η δημοσιογραφική επιτροπή και, δεύτερον, με τα σχόλια του κοινού που διαβάζω. Στην πρώτη περίπτωση γελάω, διότι τα κριτήρια της επιτροπής ξεπερνούν τα όρια του επιτρεπτού ρεαλισμού και αγγίζουν την γελοιότητα, ενώ στη δεύτερη περίπτωση, αυτή με τα σχόλια, επικρατεί μια ατέρμονη γκρίνια για το ποιος είναι ο «καλύτερος», όπου ξεσπάει ένα όργιο ασχετοσύνης και εμπάθειας.


Μα, θα πει κανείς, αυτές οι προσεγγίσεις είναι υποκειμενικές. Σε μερικό βαθμό, ναι, είναι. Αλλά, διευρύνοντας τους νοητικούς σου ορίζοντες, χωρίς οπαδικές παρωπίδες, άγνοια και επιρροές από marketing ή δημοσιογράφους, θα καταλάβεις ότι πρόκειται για στυγνή αντικειμενικότητα. Σαν την Μόνικα Μπελούτσι (φώτο). Μπορεί να μην σου αρέσει ως γυναίκα -δεκτό και θεμιτό-, αλλά το να την χαρακτηρίσεις άσχημη, επειδή μπορεί να μην σου αρέσουν, π.χ., τα μάγουλά της, ξεπερνάει την σφαίρα της υπερβολής και σου χαρίζει ένα δωρεάν εισιτήριο για το ψυχιατρείο. Γιατί; Διότι, αντικειμενικά, όπως και να το δεις, από όποια πλευρά και να το εξετάσεις, είναι εξαιρετικά όμορφη. Ορισμένοι, λοιπόν, μπερδεύονται και τείνουν να ανακηρύξουν «καλύτερο» κάποιον που θεωρείται (πιο) ολοκληρωμένος, ταλαντούχος, θεαματικός ή αποτελεσματικός. Ή, ακόμα χειρότερα, δίνουν βαρύνουσα σημασία στην αριθμολαγνεία, δηλαδή σε τίτλους και ανούσια στατιστικά στοιχεία. Με βάση τους τίτλους, για παράδειγμα, οι καλύτεροι παίχτες θα ήταν ο Αλβέρτης, ο Ανατολάκης κι ο Ρόμπερτ Χόρι που «φοράει» εφτά δαχτυλίδια. Και αναφορικά με το κριτήριο του πόσο ολοκληρωμένος θεωρείται κάποιος, ο Γκάλης είναι κατώτερος του Διαμαντίδη επειδή δεν έχωνε τάπες στους αντιπάλους του. Απίστευτα πράγματα.

Το θέμα, επομένως, είναι η ατομική ποιότητα. Και η ατομική ποιότητα ενός παίχτη είναι έκδηλη. Δεν εννοώ μόνο πόσα γκολ ή καλάθια έχει πετύχει, αλλά πως τα έχει πετύχει. Και, σε τελευταία ανάλυση, δεν είναι μόνο τα γκολ. Αλίμονο! Για να μπει γκολ στο ποδόσφαιρο υπάρχουν ένα σωρό υποστηρικτικοί μηχανισμοί, εξίσου βαρύνουσας σημασίας. Με βάση την παραπάνω πρόταση ίσως την Χρυσή Μπάλα θα έπρεπε να την πάρει ο Νόιερ κι όχι ο Κριστιάνο Ρονάλντο. 'Οπως την είχε πάρει κάποτε ο Καναβάρο. Οι καλύτεροι -ή, αν προτιμάτε, ο καλύτερος- κάνουν μια μαγική ενέργεια να φαίνεται τόσο απλή. Τόσο συνηθισμένη. Τόσο γήινη. Να φαντάζει σχεδόν εφικτή ακόμη κι από άτομα που δεν έχουν ακουμπήσει ποτέ τόπι. Να τους βλέπεις να εφορμούν προς το καλάθι με αρχοντικό στυλ. Να κρατάνε την μπάλα στα πόδια τους με χαρακτηριστική ευκολία. Λες και γεννήθηκαν με αυτή. Έβλεπες, για παράδειγμα, τον Ζιντάν να απεγκλωβίζεται από τρεις αντιπάλους και νόμιζες ότι δεν τον μάρκαρε κανείς. Χωρίς υπερένταση. Με απλότητα. Έβλεπες τον αυθεντικό Ρονάλντο να ντριμπλάρει την αντίπαλη άμυνα, ακόμα και με ένα γόνατο, κι όταν πήγαινες να αντιγράψεις τις ντρίμπλες του έπεφτες κάτω και μάτωναν τα γόνατά σου. Έβλεπες τον Χακίμ να κάνει προσποιήσεις, να ξανακάνει προσποιήσεις, με τόσο απλό τρόπο, να στέλνει τον αντίπαλο για βρούβες και να καρφώνει με το ένα χέρι την μπάλα στο καλάθι. Έβλεπες τον Γκάλη να απογειώνεται, πάντοτε με χάρη, απέναντι σε μεγαθήρια, απέναντι σε τρεις και τέσσερις αντιπάλους, απέναντι σε κάθε αμυντικό σύστημα, και παρατηρούσες την θλίψη και την απόγνωση στα πρόσωπα των αντιπάλων. Ξέρετε το μέγεθος της ψυχολογικής φθοράς που σου δημιουργεί το να αφιερώνεις ολόκληρο τον μηχανισμό της ομάδα σου πάνω σε έναν παίχτη, κι αυτός να σμπαραλιάζει κάθε αμυντικό σύστημα; Ξέρετε τι είναι να πρέπει να μαρκάρεις έναν παίχτη και να μην ξέρεις το πως; Κι αυτό δεν το καταλαβαίνεις μέσα από βιντεάκια και βερμπαλισμούς. Ούτε από πρωτοσέλιδα εφημερίδων. Την μαγεία αυτή για να την νοιώσεις πρέπει να έχεις ανοιχτούς ορίζοντες και να έχεις παρακολουθήσει τον παίχτη live. Μόνο έτσι θα καταλάβεις το impact. Τα κριτήρια, με άλλα λόγια, για το ποιος ένας παίχτης χαρακτηρίζεται καλύτερος είναι δύο: ο τρόμος που προκαλεί στους αντιπάλους του και η διάρκεια στην καριέρα του. Όλα τα υπόλοιπα αποτελούν δημοσιογραφικά ευφυολογήματα. Όσο για την άποψη ότι δεν μπορείς να συγκρίνεις παίχτες από διαφορετικές εποχές, δεν μπορώ να αναφέρω κάτι περισσότερο από αυτά που έχω ήδη σχολιάσει σε προηγούμενες αναρτήσεις. Με βάση αυτή την παράλογη λογική, δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τον Σαμπόνις με τον Σαρικόπουλο και τον Μπαρέζι με τον Παρασκευαΐδη.

Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για τις ομάδες. Τι σημαίνει καλύτερη ομάδα; Αυτή που βάζει περισσότερα γκολ; Αυτή που είναι αποτελεσματική; Αυτή που κερδίζει τίτλους; Αυτή που χαρίζει θέαμα; Και τι σημαίνει θέαμα; Για άλλους θέαμα είναι το ιταλικό ολοκληρωτικό στήσιμο μιας ομάδας, από την άμυνα έως την επίθεση, και για άλλους το τρέξιμο, τα τακουνάκια και τα πολλά γκολ της ισπανο-λατινικής σχολής. Για παράδειγμα, ορισμένοι θεωρούν το παιχνίδι της Λιμόζ εξαιρετικό και κάποιοι άλλοι γουστάρουν την θαυμάσια τακτική αναρχία της Ρεάλ Μαδρίτης, με τους παίχτες να ξεχύνονται σαν βέλη στην αντεπίθεση και να αρέσκονται να τρέχουν με την μπάλα στα πόδια. Κατά την ταπεινή μου άποψη, το κριτήριο για το ποιες ομάδες είναι καλύτερες προέρχεται από την συναισθηματική αντίδραση των αντιπάλων όταν κληθούν να τις αντιμετωπίσουν. Να ανοίγουν το καλεντάρι, να βλέπουν ότι στο επόμενο ματς σε αντιμετωπίζουν και να διαγράφουν, άμεσα, χωρίς δισταγμό, κάθε σκέψη για αυτό το παιχνίδι. Να προεξοφλούν το αποτέλεσμά του. Να μην σκέφτονται καν ότι μπορούν να αποκομίσουν κάτι από τη συγκεκριμένη δοκιμασία. Κι αυτή η συναισθηματική αντίδραση να συμβαίνει για ορισμένα χρόνια. Να υπάρχει, δηλαδή, διάρκεια. Όποιος θυμάται τους Chicago Bulls του Τζάκσον και την Μπαρτσελόνα του Γκουαρδιόλα καταλαβαίνει τι εννοώ.

Υ.Γ.1 Τον τελευταίο καιρό βρίσκομαι σε νοητικό οργασμό. Διακατέχομαι από παρά πολλές σκέψεις (κυρίως αθλητικές), αλλά, δυστυχώς, δεν έχω τον χρόνο να τις αποτυπώσω επί της οθόνης.

Υ.Γ.2 Ωμή δύναμη.

Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2015

Ο εύκολος τρόπος κι ο αποδοτικός τρόπος

Ποιος είναι ο εύκολος τρόπος για να απεγκλωβίζεις το τόπι από το τερέν σου; Η μετατροπή της μπάλας σε ρουκέτα. Αν έχει δυο κλώνους του Σαριέγκι στο κέντρο της άμυνας, τότε η μπάλα μπορεί να φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη. Και μέχρι η βαρύτητα να επιτελέσει το έργο της, με τους παίχτες να κοιτάνε προς τον ουρανό για να δούνε που θα προσγειωθεί το τόπι, αποσυμπιέζεις την κατάσταση, παίρνεις μια ανάσα, ανεβάζεις λίγο ψηλότερα τις γραμμές σου και δίνεις χρόνο στους γρήγορους παίχτες σου να πάρουν θέση μάχης για αντεπίθεση, μπας και βρεις κενούς χώρους και τρέξεις με την μπάλα στα πόδια. Κι όλα αυτά ισχύουν μόνο σε περίπτωση που πάρεις κατοχή. Κάτι, μάλλον, σπάνιο. Οι ρουκέτες, βλέπετε, καταλήγουν, συνήθως, σε πόδια αντιπάλων. Εκείνοι είναι που ασκούν πίεση, εκείνοι είναι που έχουν ψηλά τις γραμμές τους, εκείνοι είναι που πρέπει να τρέξουν λιγότερο για να κερδίσουν εκ νέου την κατοχή. Αυτός, λοιπόν, είναι ο εύκολος τρόπος. Και εφαρμόζεται από ομάδες που έχουν πανικοβληθεί, δεν έχουν την απαιτούμενη ποιότητα να αμυνθούν ορθολογικά ή δρουν από ένστικτο αυτοσυντήρησης.


Ποιος είναι ο αποδοτικός τρόπος για να απεγκλωβίζεις το τόπι από το τερέν σου; Οι κοντινές πάσες. Είναι, κατά κύριο λόγο, διαγώνιες, για να ανοίξει το παιχνίδι, πραγματοποιούνται με τη μία, κι όχι μετά από κοντρόλ, λαμβάνουν μέρος σε λίγα τετραγωνικά, απαιτούν ψυχραιμία και μερική ποιότητα. Αν έχεις, δηλαδή, ικανότητα, και με λίγη τύχη, μπορείς να φτάσεις στο αντίπαλο τερέν και να χτυπήσεις σαν κόμπρα. Τέτοιου είδους ομάδες δεν θέλουν να χάσουν την κατοχή και γουστάρουν να τρέχουν στο ανοιχτό γήπεδο με την μπάλα στα πόδια, ενόσω διενεργείται κίνηση χωρίς την μπάλα, είτε από τις πτέρυγες είτε από τον άξονα. Αυτό σημαίνει ότι έχει θεσπιστεί ένα συγκεκριμένο αγωνιστικό πλάνο. Υπάρχει, όμως, τρόπος για να εμποδίσεις υπέρ το δέον έναν αντίπαλο που προσπαθεί να απεγκλωβίσει ομαλά και ορθολογικά την μπάλα. Πώς; Τι κάνεις; 

Αυτό που εφάρμοζε η Μπαρτσελόνα του Γκουαρντιόλα. Με το που έχανε κατοχή, οι παίχτες έπεφταν σαν βαμπίρ πάνω στον αντίπαλο που είχε την μπάλα. Το αποτέλεσμα; Κέρδιζαν εκ νέου την κατοχή. Κάτι αντίστοιχο έγινε και την Κυριακή. Η Μπαρτσελόνα του Λουίς Ενρίκε, απέναντι στην σκληροτράχηλη Ατλέτικο Μαδρίτης, μόλις έχανε την μπάλα, πίεζε ασφυκτικά τους παίχτες του Σιμεόνε. Πώς αντέδρασαν οι φιλοξενούμενοι; Όταν υπέγραφαν τις επιταγές του πρώτου τρόπου, η Μπαρτσελόνα κέρδιζε αναίμακτα την κατοχή. Το ερώτημα είναι γιατί μια πειθαρχημένη ομάδα να μετατρέψει την μπάλα σε ρουκέτα; Η απάντηση έγκειται στην κάκιστη εμφάνιση των ακραίων μπακ. Η αμυντική προσήλωση του Χουανφράν βρισκόταν σε χαμηλότατα επίπεδα, ενώ ο έτερος ακραίος μπακ, ο Χεσούς Γκάμεθ, συνάντησε πολλαπλά προβλήματα από τις επελάσεις και το pace του Μέσι. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ο Χιμένες, για τον οποίο έχουν ακουστεί καλά λόγια, δεν έκανε σε κανένα σημείο του αγώνα fit με τον Γκοντίν: ήταν νευρικός, άτσαλος και με μέτριες τοποθετήσεις. 

Υπήρχαν, όμως, και στιγμές που η Ατλέτικο πόνταρε στον αποδοτικό τρόπο για να απεγκλωβίζει την μπάλα. Με τον Γκοντίν να στέκεται στο ύψος των περιστάσεων, τον Τιάγκο να αναλαμβάνει την ομαλή μεταβίβαση της μπάλας από την άμυνα προς την επίθεση και τον Τουράν να παίζει απρόβλεπτα, η Ατλέτικο θα μπορούσε να πετύχει κάποιο γκολ όταν έτρεξε στο ανοιχτό γήπεδο. Αλλά αυτές οι φάσεις ήταν ελάχιστες και οι παίχτες που βρέθηκαν σε μέτρια/κακή βραδιά πλείστοι. Η Μπαρτελόνα, βλέπετε, στη δύναμη της Ατλέτικο αντιπαρέταξε δύναμη. Όταν, λοιπόν, βλέπεις τους ντελικάτους Ινιέστα, Πικέ και Μπούσκετς, με άξιο συμπαραστάτη τον πάντοτε δυναμικό Μαστσεράνο, να πέφτουν σαν σκυλιά του πολέμου πάνω στον αντίπαλο, τότε το αποτέλεσμα δεν πρέπει να προξενεί έκπληξη.Θα υπάρξει, άραγε, συνέχεια;

Υ.Γ.1 Πάει κι ο Μίτσελ. Από το καλοκαίρι είχαν φαγωθεί να φύγει. Ορίστε, έφυγε.

Υ.Γ.2 Δυνατό κομμάτι.

Σάββατο 10 Ιανουαρίου 2015

Για ένα καφάσι μπύρες



Είχα αποφασίσει να γράψω για τα κριτήρια που χαρακτηρίζουν έναν παίχτη «καλύτερο». Ως αφορμή υπήρξε ένα άρθρο του Gazzeta σχετικά με τους καλύτερους Ευρωπαίους μπασκετμπολίστες των τελευταίων 35 ετών. Η συγκεκριμένη ανάρτηση, λοιπόν, μπήκε κατευθείαν, έστω και προσωρινά, στο συρτάρι. Η μοίρα, βλέπετε, είχε διαφορετική γνώμη και, άρα, η θεματολογία άλλαξε επειγόντως. Ένας από τους μεγαλύτερους και καλύτερους Αμερικανούς που πάτησαν τα ελληνικά και ευρωπαϊκά παρκέ δεν βρίσκεται πια ανάμεσά σας. Ο λόγος για τον τιτανοτεράστιο Ρόι Τάρπλεϊ. Ομολογώ ότι συγκινήθηκα. Όταν βλέπεις τέτοιους παιχταράδες να αγωνίζονται, χαμογελάς αυθόρμητα. Δεν χρειάζεται να είσαι επιστήμονας του μπάσκετ για να αντιληφθείς το υψηλό μπασκετικό IQ του παίχτη. Ακόμα και αδαής να είσαι, αλλά όχι μονολιθικός, θα σε βοηθήσει ο ίδιος ο παίχτης να το καταλάβεις. Να το νοιώσεις. Θα το διαπιστώσεις από τις χορευτικές του κινήσεις, τις προσποιήσεις, τη δύναμή, το γλυκό σουτάκι από μέση απόσταση (κλισέ), το ταλέντο, τον χειρισμό της μπάλας, ακόμα και την ικανότητά του να βγαίνει πρώτος στην άμυνα για κλέψιμο. Κι αυτά τα στοιχεία ο Ρόι Τάρπλεϊ τα είχε σε μέγιστο βαθμό. Οι φήμες, ήδη από την εποχή που αγωνιζόταν στους Dallas Mavericks, υποδήλωναν ότι θα είχε λαμπρή καριέρα. Δεν είχαν κι άδικο. Τα στοιχεία αυτό υποδείκνυαν. Μέλος της All Star Rookie πεντάδας το 1987, καλύτερος έκτος παίχτης του N.B.A. το 1988 και μέσους όρους της τάξης των 12.8 πόντων και 10 ριμπάουντ. Και κάπου εκεί εμφανίστηκαν οι αυτοκαταστροφικές τάσεις: μπύρες και ναρκωτικά βρίσκονταν στην κορυφή της προσοχής του. Η προσωρινή του αποβολή από το N.B.A. τον οδήγησαν στην Ελλάδα. Δεν ξέρω πόσοι από εσάς τον έχετε παρακολουθήσει. Όσοι δεν τον προλάβατε, δεν θα προσπαθήσω να σας πείσω για την αξία του. Ο άνθρωπος ήταν ένας οδοστρωτήρας. Αν έπαιζε τώρα ένας κλώνος του Ροί Τάρπλεϊ στην Ευρώπη, στην Ευρωλίγκα του Ντάνστον και του Λάσμε, θα έστηνε πάρτι: όσοι τον πρόλαβαν να αγωνίζεται ξέρουν τι εννοώ. Πριν κλείσουμε να αναφέρω και τρεις φήμες. Η πρώτη λέει ότι πριν τον τελικό με την Εφές, στο Τορίνο, το 1993, είχε καταναλώσει ένα καφάσι μπύρες! Ίσως για αυτό πέτυχε μόνο 19 πόντους και μάζεψε 18 ριμπάουντ: ήταν ζαλισμένο το αγόρι. Η δεύτερη φήμη έχει να κάνει με την προθέρμανση πριν από ένα ευρωπαϊκό παιχνίδι με τον Άρη. Αρχίζει η προθέρμανση και τον βλέπουν όλοι να συμμετέχει από την αρχή στο πρόγραμμα. Όλοι απόρησαν. Ο λόγος ήταν ότι ο παίχτης κρύωνε και ήθελε να ζεσταθεί! Η προθέρμανση, βλέπετε, ποτέ δεν άρεσε στον Ρόι. Ούτε η προπόνηση. Για αυτό και η τρίτη φήμη υποδηλώνει ότι υπήρχαν στιγμές που εν ώρα προπόνησης ο παίχτης καθόταν στον πάγκο με πουλόβερ, ενόσω ο Στηβ Γιατζόγλου, ο προπονητής του Άρη την αρχή της σεζόν 1992-93, συμμετείχε στο πρόγραμμα και έσπαγε τα κοντέρ! Αυτός ήταν ο Ρόι Τάρπλεϊ. Ένας παιχταράς με αυτοκαταστροφικές τάσεις. Τέλος.

Κυριακή 4 Ιανουαρίου 2015

Ένας εκφυλισμένος θεσμός

Έχουμε μιλήσει για την ψυχοθεραπευτική επίδραση των χόμπι και των ταξιδιών. Για να ξεχαρμανιάσουμε και να ψυχαγωγηθούμε. Κάποιοι προτιμούν τον αθλητισμό. Ορισμένοι το διάβασμα. Άλλοι τοποθετούν στο DVD μια ταινία με τον ανυπέρβλητο Peter Sellers (φώτο) ή επισκέπτονται το θέατρο για να παρακολουθήσουν τον θίασο του Μάρκου Σεφερλή. Δεν πρέπει, όμως, να ξεχνάμε και την Βουλή. Έναν θεατρικό θίασο, δηλαδή, δεύτερης και τρίτης διαλογής. Η Βουλή προσφέρει τα πάντα σε μια συσκευασία. Σαν τα σαμπουάν δύο σε ένα. Θες να γελάσεις; Θες να κλάψεις; Θες να θαυμάσεις γνήσιους ζογκλέρ; Η Βουλή αποτελεί το καταλληλότερο πεδίο. Και είμαι απόλυτος σε αυτό. Πάρτε, με άλλα λόγια, ποπ κορν, καθίστε αναπαυτικά στην πολυθρόνα σας και παρακολουθήστε τους ευκλεείς πολιτικούς που ψηφίζει ο ελληνικός λαός. Σας εγγυώμαι ότι δεν θα πλήξετε. Τι παραπάνω, εξάλλου, έχει ο Γιακουμάτος κι ο Λοβέρδος από τον Χαϊκάλη ή τον Πάντζα; Οι δυο τελευταίοι, τουλάχιστον, είναι επαγγελματίες ηθοποιοί.


Χαρακτηριστικό παράδειγμα, λοιπόν, συνιστά το πρόσφατο πανηγυράκι με τον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας. Εν αρχή, όμως, για ποια δημοκρατία γίνεται λόγος; Και δεν υπονοώ ότι για αυτήν την κατάσταση ασυδοσίας, πραγματικά εκθαμβωτική, αποκλειστικά υπεύθυνοι είναι οι πολιτικοί. Όχι, βέβαια. Αν θέλουμε να βρούμε τους κυρίως υπαίτιους, μπορεί ο καθένας εξ ημών να πάει στον καθρέφτη του σπιτιού του και να φτύσει το είδωλο που θα αντικρίσει μπροστά του. Ξεφύγαμε, όμως. Λέγαμε για τον φθαρμένο θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας. Ποιος είναι, λοιπόν, ο ρόλος ενός τέτοιου θεσμού; Ποια είναι η συνεισφορά του; Ποια είναι η χρησιμότητά του; Αν ρωτήσεις τον Βενιζέλο -και τους κλώνους του- θα σου πει ότι ο ρόλος του συγκεκριμένου θεσμού ορίζεται ως θεματοφύλακας του πολιτεύματος και των διαδικασιών. Τρίχες κατσαρές, λέω εγώ. Έχω την αμυδρά εντύπωση ότι ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας συνοψίζεται στο να δέχεται αθλητές στο γραφείο του, όπως Ολυμπιονίκες, να τους σφίγγει το χέρι και τους κάνει ταπ-ταπ στην πλάτη. Ή, στο τσακίρ κέφι, να ακούει τα κάλαντα από διάφορα σωματεία και να τους δίνει μελομακάρονα και κουραμπιέδες, και, επίσης, να παρακολουθεί διά ζώσης τις Εθνικές Παρελάσεις. Ναι, σίγουρα, δεν αντιλέγω, πρόκειται για κουραστική δουλειά. Ας μην ξεχνάμε ότι ο εκάστοτε Πρόεδρος είναι και κάποιας ηλικίας. Δεν έχει τα νιάτα του Τσίπρα. Μολαταύτα, θα πρέπει να αντέχει την ορθοστασία και να έχει γυμνασμένα χέρια για να βρίσκεται σε ικανή θέση να προβαίνει σε χειραψίες και να δέχεται δώρα. Και θα πρέπει να διαθέτει σχετικά καλή όραση, ώστε να διαβάζει τους λόγους που αντιστοιχούν σε κάθε Εθνική Εορτή/ Επέτειο/Αργία. Δηλώσεις, δηλαδή, copy paste, τετριμμένες, γεμάτες κλισέ. Τα τελευταία χρόνια, δε, ένεκα των καιρών, οι λόγοι έχουν αποκτήσει και μια άχρωμη χροιά, τύπου «Μάρθα Βούρτση». Τέλος πάντων. Ας μην επεκταθώ περαιτέρω.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, επομένως, ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι εκφυλισμένος και πρέπει να αναθεωρηθεί από το Σύνταγμα. Να αναβαθμιστεί, πιο σωστά, ακόμα και να τεθεί επί τάπητος το ενδεχόμενο να καταργηθεί. Τέλος, αντί επιλόγου, αν μου επιτρέπετε, θα ήθελα να διατυπώσω τρεις εύλογες, πιστεύω, απορίες. Πρώτον, γιατί να προτείνει υποψήφιο Πρόεδρο της Δημοκρατίας η εκάστοτε Κυβέρνηση; Δεύτερον, γιατί αν η Κυβέρνηση δεν λάβει το απαιτούμενο ποσοστό, να πρέπει να διενεργηθούν εκλογές, με ό,τι αυτό συνεπάγεται; Και, τρίτον, αφού για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ψηφίζουν οι βουλευτές, για ποιο λόγο ο εκάστοτε Πρωθυπουργός απευθύνεται με διαγγέλματα στον ελληνικό λαό; Αυτά.

Υ.Γ.1 Βαρέθηκα να ακούω από άτομα που δεν έχουν ιδέα από βασικές αρχές οικονομικών, π.χ. προσφορά-ζήτηση, πληθωρισμό, κόστος ευκαιρίας και παραγωγικότητα, να μιλάνε για τα επίπεδα του σημερινού μισθού στην Ελλάδα, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους προσόντα, δεξιότητες, πτυχία, ωράριο, θέση, χώρο εργασίας και είδος εταιρίας.

Υ.Γ.2 Μην με κατηγορείτε που δεν γράφω συχνά για ποδόσφαιρο. Απλά δεν βρίσκω κανένα ενδιαφέρον για το ελληνικό πρωτάθλημα και, αν και παρακολουθώ αγώνες ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων, δεν βρίσκω χρόνο να αποτυπώσω τις τακτικές επί οθόνης.

Υ.Γ.3 Έχω κέφια!

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...